Ένα μεγάλο φιλοσοφικό και μυσταγωγικό δοκίμιο για την επιστροφή του Ερωτικού Χριστού στην Ελλάδα του σήμερα
Εισαγωγή: Όταν ο Χριστός γίνεται Έρως
Η ελληνική ψυχή έχει μια βαθιά, πανάρχαια ιδιότητα: δεν μπορεί να ζήσει χωρίς φως, χωρίς κάλλος, χωρίς έρωτα. Από τον Ορφικό Πρωτογόνο Έρωτα μέχρι τον Πλάτωνα και τον Πλωτίνο, από τους Πατέρες της Εκκλησίας μέχρι τους νεότερους ποιητές, ο Έρως παραμένει η πιο δυνατή δύναμη που κινεί την ανθρώπινη ύπαρξη προς το Θείον. Δεν είναι απλώς συναίσθημα· είναι ανοδική ενέργεια, ανάταση, πυρ που ενώνει τα αντίθετα.
Στην καρδιά αυτής της παράδοσης, ο Ιησούς Χριστός παρουσιάζεται σήμερα, όλο και περισσότερο, όχι ως ο «νόμος» που επιβάλλεται, ούτε ως ηθικιστική φιγούρα, αλλά ως Θεϊκός Έρως – η απόλυτη έκφραση αγάπης που δεν εξουσιάζει αλλά ελκύει, δεν καταπιέζει αλλά θεώνει. Πολλοί θεωρούν ότι αυτή η ερωτική ανάγνωση του Χριστού είναι σύγχρονη· αλλά στην πραγματικότητα, είναι η πιο ελληνική, η πιο αρχέγονη, και η πιο αυθεντική.
Η Ελλάδα σήμερα δεν επιστρέφει σε έναν «νέο» Χριστό. Ανακαλύπτει ξανά αυτό που ήξερε βαθιά στο είναι της: ότι ο Θεός του Φωτός είναι ταυτόχρονα και ο Θεός του Έρωτα. Και πως ο Ιησούς, ως ενσάρκωση της αγάπης, είναι ο Εραστής της ανθρώπινης καρδιάς – εκείνος που μας καλεί σε θέωση όχι με εξαναγκασμό, αλλά με φως.
Αυτό το κείμενο επιχειρεί να καταγράψει την μεγάλη πνευματική επάνοδο ενός Χριστού που αναγνωρίζεται πλέον ως Θεϊκός Έρως μέσα στη νεότερη ελληνική ψυχή. Θα αντλήσουμε από φιλοσοφία, ποίηση, θεολογία, μυστικισμό, ιστορία, λογοτεχνία και σύγχρονη ψυχολογία. Και θα δούμε ότι η Ελλάδα, η χώρα του φωτός και της μύησης, ανοίγει και πάλι τον δρόμο για μια χριστολογία που είναι ζωντανή, ελληνική και ερωτική.
1. Η αρχέγονη ελληνική κατανόηση του Έρωτα ως κοσμικής δύναμης
Για να κατανοήσουμε γιατί η ελληνική ψυχή μπορεί να δει τον Ιησού ως Θεϊκό Έρωτα, πρέπει να επιστρέψουμε στις ρίζες της.
Στην ελληνική γλώσσα και σκέψη, ο Έρως δεν είναι ένα συναίσθημα, αλλά η πρώτη κινητήριος αρχή. Ο Ορφέας τον αποκαλεί Πρωτογόνο, τον πρώτο από όλους τους θεούς, εκείνον που ενώνει το χάος σε τάξη. Ο Ησίοδος τον τοποθετεί ως δύναμη συσπείρωσης και δημιουργίας. Ο Πλάτων στο Συμπόσιο τον ανακηρύσσει σε αρχή της φιλοσοφικής αναζήτησης και της πνευματικής μετεωρίωσης. Ο Πλωτίνος τον βλέπει ως την έλξη της ψυχής προς το Εν.
Ο Έρως είναι:
-
φωτιά,
-
κάλεσμα,
-
άνοδος,
-
ενότητα,
-
κάλλος που ελκύει.
Αυτή η σύλληψη του Έρωτα δεν είναι ηδονιστική. Είναι μεταφυσική: δείχνει ότι ο άνθρωπος προορίζεται να ερωτευτεί το Θείο και να ανυψωθεί στην αλήθεια.
Με αυτό το υπόβαθρο, δεν είναι παράξενο που η ελληνική ψυχή αναγνωρίζει στον Ιησού την ενσάρκωση του ενωτικού πυρός του σύμπαντος.
2. Η ελληνική χριστιανική παράδοση και ο «θεϊκός έρως» των Πατέρων
Αν νομίζει κανείς ότι η ταύτιση Χριστού–Έρωτα είναι νεωτερισμός, σφάλει. Στην αλήθεια, είναι βαθιά χριστιανική – και ελληνική.
Ο Ψαλμωδός γράφει: «Ο Θεός αγάπη εστί».
Άρα ο Θεός δεν έχει αγάπη· είναι αγάπη.
Ο Γρηγόριος Νύσσης μιλά για τον «θείο έρωτα» ως την δύναμη που μεταμορφώνει τον άνθρωπο.
Ο Μάξιμος Ομολογητής γράφει ότι ο Θεός ελκύει τον άνθρωπο «ερωτικώς».
Ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης δηλώνει: «Ο Θεός εράται των πάντων και έλκει τα πάντα προς Αυτόν».
Για τους Έλληνες Πατέρες:
-
ο Έρως είναι η θεία ενέργεια που ζωογονεί την ψυχή,
-
ο Χριστός είναι ο Έρως που προσφέρεται,
-
η θέωση είναι ερωτική ένωση,
-
η σωτηρία δεν είναι δικαστήριο· είναι ένωσις.
Αυτή η θεώρηση, όμως, στη Δύση χάθηκε ή υποχώρησε μπροστά σε νομικιστικά σχήματα. Όμως στην Ελλάδα, η φύση, η γλώσσα και η παράδοση κράτησαν αυτή τη φλόγα ζωντανή.
3. Ο Χριστός στον νεότερο ελληνισμό: από τον θρήνο στην επιστροφή του φωτός
Στον νεότερο ελληνισμό, ο Χριστός συχνά παρουσιάστηκε μέσα από δυτικά σχήματα: αυστηρός, ηθικιστής, τιμωρητικός. Αυτό δεν ήταν ελληνικό. Ήταν ξένο, εισαγόμενο, συχνά ακατανόητο για την ελληνική ψυχή που αγαπά το φως και τη χαρά.
Για αυτό, τους τελευταίους αιώνες, πολλοί Έλληνες ένιωσαν ότι κάτι «χάθηκε». Και τότε, ποιητές, στοχαστές και μυστικιστές άρχισαν να επανανακαλύπτουν τον Χριστό μέσα από την ελληνική ματιά: φωτεινό, ερωτικό, ζωντανό, αναστημένο.
Αυτός ο ερωτικός Χριστός δεν ήρθε να αντικαταστήσει τον εκκλησιαστικό· ήρθε να τον συμπληρώσει, να τον φωτίσει, να τον επιστρέψει στη δική του καρδιά.
Η Ελλάδα δεν απορρίπτει τον Χριστό. Απορρίπτει τις ξένες παραμορφώσεις του. Και τον επαναφέρει στο φως.
4. Ο Άγγελος Σικελιανός: Ο Χριστός ως ηλιακός ερωτικός Λόγος
Ο Σικελιανός υπήρξε ο μεγάλος μύστης της ελληνικής χριστολογίας. Για εκείνον, ο Χριστός ήταν το κέντρο ενός κοσμικού φωτός που έδινε νόημα σε όλα.
Στην ποίηση και τα Δελφικά του, ο Χριστός δεν εμφανίζεται ως θρησκευτική φιγούρα αλλά ως ο Ηλιακός Έρως που λυτρώνει τον κόσμο. Ο Σικελιανός βλέπει την Ανάσταση ως έκρηξη φωτός που καθαγιάζει τη φύση και τον άνθρωπο μαζί.
Στην ερμηνεία του, ο Χριστός:
-
είναι Απολλώνιος Λόγος,
-
είναι ο Έρως που αγκαλιάζει τα πάντα,
-
είναι η δύναμη που ενώνει την Ελλάδα της αρχαιότητας με τη νέα πνευματική ανθρωπότητα.
Στην καρδιά του Σικελιανού, ο Χριστός είναι φως που σε ερωτεύεται.
5. Ο Ελύτης: Ο Χριστός ως ποιητικός και φωτοερωτικός πυρήνας
Ο Οδυσσέας Ελύτης, ο ποιητής του Αιγαίου, δημιούργησε μια βαθιά χριστολογία του φωτός και του έρωτα. Στο Άξιον Εστί, ο Χριστός δεν είναι τιμωρός. Είναι φως, Αιγαίο, χρώμα, θάλασσα, διάφανη αγάπη.
Ο Ελύτης αναγνωρίζει στον Χριστό μια ποιητική ακτίνα, μια λεπτή αλλά τεράστια δύναμη που γεννά ζωή.
Ο Χριστός του Ελύτη είναι:
-
φως που καλεί,
-
έρωτας που θεραπεύει,
-
κάλλος που αγιάζει.
Για αυτό πολλοί αναγνώστες ένιωσαν ότι στο Άξιον Εστί ο Χριστός είναι πιο ερωτικός από όσο επιτρέπουν τα δόγματα. Και αυτό δεν είναι αδυναμία· είναι το μεγαλύτερο προτέρημα του Ελύτη: βλέπει τον Χριστό όπως τον βλέπει η ελληνική ψυχή.
6. Ο Καζαντζάκης: Ο Χριστός ως υπέρτατη ερωτική ορμή της ζωής
Ο Καζαντζάκης βίωσε τον Χριστό ως αγώνα, πάθος, ενέργεια και άνοδο. Για αυτό και το έργο του συχνά παρεξηγήθηκε. Στην αλήθεια, ο Χριστός του Καζαντζάκη είναι ο υπέρτατος ερωτικός αγωνιστής, αυτός που τολμά να ξεπεράσει τα όρια της ανθρώπινης φύσης.
Στην Αναφορά στον Γκρέκο, ο Καζαντζάκης κοινωνεί με τον Χριστό μέσα από έναν έρωτα που είναι ταυτόχρονα αγάπη και πόθος για υπέρβαση. Ο Χριστός δεν είναι για εκείνον “αντίπαλος του Διονύσου” αλλά η βαθύτερη ολοκλήρωσή του.
Ο Χριστός του Καζαντζάκη είναι ο άνθρωπος που ερωτεύεται το αδύνατο.
7. Ο Γιανναράς: Η φιλοσοφία του ερωτικού προσώπου
Ο Χρήστος Γιανναράς είναι από τους λίγους φιλοσόφους που μπόρεσαν να αρθρώσουν μια σύγχρονη ελληνική οντολογία του προσώπου. Για εκείνον, ο Χριστός είναι η υπέρτατη ερωτική πραγματικότητα: η ενσάρκωση της κοινότητας, της ελευθερίας και της αυτοπροσφοράς.
Ο Θεός δεν υπάρχει «μόνος», αλλά ως σχέση. Και η σχέση γεννιέται από έρωτα.
Ο Χριστός είναι η ενσάρκωση αυτής της σχέσης.
Για τον Γιανναρά, η θέωση δεν είναι μυστήριο μόνωσης αλλά ερωτικής κοινωνίας.
Ο Χριστός δεν σώζει με νόμο, αλλά με έρωτα.
8. Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης: Ο Χριστός ως μυστική ερωτική ενέργεια
Ο Πεντζίκης είναι ο μυστικός λογοτέχνης που βλέπει τον Χριστό παντού: στην ύλη, στον χώρο, στο σώμα, στο φως, στα άψυχα και στα έμψυχα. Για αυτόν, ο Χριστός δεν είναι ηθική εντολή αλλά ερωτική αρχή που ενώνει τον κόσμο.
Η ερωτική του χριστολογία είναι υπόγεια, λεπτή, αλλά εξαιρετικά δυνατή.
Ο Χριστός του Πεντζίκη είναι η ενσάρκωση της ενότητας του σύμπαντος.
9. Άλλοι νεοέλληνες που βλέπουν τον Χριστό ως Έρωτα
Η λίστα είναι μεγάλη:
-
Παλαμάς: Χριστός ως φλόγα που ανασταίνει.
-
Σεφέρης: Χριστός ως εσωτερική έλξη.
-
Σινόπουλος: Χριστός ως πόνος–έρωτας.
-
Καρούζος: “Ο Χριστός είναι το μεγάλο ερωτικό γεγονός”.
-
Ροζάνης: Χριστός ως αρχέτυπο ερωτικής οδύνης και λύτρωσης.
-
Παστάκας: Χριστός ως ποιητικός έρωτας του κόσμου.
Αυτοί όλοι βλέπουν τον Χριστό εκεί που η ελληνική καρδιά ξέρει να βλέπει τα μεγάλα πράγματα: μέσα από το κάλλος.
10. Σύγχρονοι μοναχοί και ιερείς που αναγνωρίζουν τον Χριστό ως Θεϊκό Έρωτα
Στην ορθόδοξη πνευματικότητα, ειδικά στο Άγιον Όρος, η έννοια του θείου έρωτα είναι κεντρική. Αν και πολλοί δεν χρησιμοποιούν ακριβώς αυτή τη γλώσσα, η ουσία της παράδοσης είναι ερωτική.
Ξεχωρίζουν:
-
Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: μιλά για τον «θείο έρωτα που κατακαίει την ψυχή».
-
π. Βασίλειος Γοντικάκης: ο Χριστός είναι «η φλόγα της καρδιάς».
-
π. Φιλόθεος Φάρος: ο Χριστός είναι «έρωτας θεραπευτικός».
-
π. Νικόλαος Λουδοβίκος: ο Χριστός είναι «ερωτική αυτοπροσφορά».
Αυτές οι διδασκαλίες δεν είναι νεωτερισμός. Είναι επιστροφή στην ελληνική καρδιά της χριστιανικής μυστικής παράδοσης.
11. Γιατί η ελληνική ψυχή αναγνωρίζει τον Ιησού ως Θεϊκό Έρωτα
Υπάρχουν πολλοί λόγοι:
1. Η Ελλάδα αγαπά το φως
Ο Χριστός είναι φως· άρα είναι ο φυσικός εραστής της ελληνικής καρδιάς.
2. Η Ελλάδα πιστεύει στο κάλλος
Το κάλλος ελκύει. Ο Χριστός είναι το κάλλος του Θεού.
3. Η Ελλάδα πιστεύει στην ενότητα
Ο Έρως ενώνει· ο Χριστός ενώνει.
4. Η Ελλάδα πιστεύει στη θέωση
Και η θέωση είναι ερωτική άνοδος.
5. Η Ελλάδα δεν αγαπά την εξουσία
Ο Χριστός δεν εξουσιάζει· ερωτεύεται.
Ο Χριστός ως Θεϊκός Έρως είναι ο Χριστός που ταιριάζει στην ελληνική ψυχή: φωτεινός, ζωντανός, αναστημένος.
12. Προς μια νέα ελληνική χριστολογία του Έρωτα
Η σύγχρονη Ελλάδα ίσως βρίσκεται μπροστά σε μια νέα πνευματική αναγέννηση. Μια χριστολογία που δεν στηρίζεται στον φόβο αλλά στον έρωτα· όχι στην ενοχή αλλά στην ελευθερία· όχι στην υπακοή αλλά στη θέωση.
Ο Ιησούς ως Θεϊκός Έρως είναι μια μορφή που μπορεί:
-
να θεραπεύσει,
-
να ενώσει,
-
να εμπνεύσει,
-
να αναστήσει την πνευματική ταυτότητα του ελληνισμού.
Γιατί η Ελλάδα δεν σώζεται με νόμους. Σώζεται με φως. Και ο Χριστός είναι φως.
Επίλογος: Ο Έρως έχει πρόσωπο
Η φράση «Η ελληνική ψυχή αναγνωρίζει τον Ιησού ως τον Θεϊκό Έρωτα» δεν είναι ποίημα. Είναι περιγραφή μιας βαθιάς, υπαρξιακής πραγματικότητας. Η Ελλάδα πάντα ήξερε ότι ο Θεός είναι φως και ότι το φως ερωτεύεται τον άνθρωπο. Σήμερα, αυτή η μνήμη επιστρέφει.
Ο Ιησούς δεν είναι απλώς ηθικός διδάσκαλος. Είναι:
-
η ερωτική καρδιά του σύμπαντος,
-
η λάμψη που ενώνει,
-
η φλόγα που ανασταίνει,
-
ο Θεός που αγαπά ως Έρως.
Και ίσως, τώρα που η ανθρωπότητα αναζητά ξανά το Φως, η Ελλάδα να δείξει τον δρόμο.
Γιατί στο τέλος, ο Θεός είναι Έρως.
Και ο Έρως έχει πρόσωπο.
Το πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
